amedrentarse - ορισμός. Τι είναι το amedrentarse
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι amedrentarse - ορισμός


amedrentarse      
Sinónimos
verbo
Antónimos
verbo
Palabras Relacionadas
amedrentado      
amedrentado, -a ("Tener, Estar") Participio adjetivo de "amedrentar[se]": "Un fantasma tiene amedrentado al vecindario".
amedrentar      
verbo trans.
Infundir miedo, atemorizar. Se utiliza también como pronominal.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για amedrentarse
1. El Movimiento de Mujeres en Lucha continúa su embate contra los desalojos rurales sin amedrentarse por las causas en su contra.
2. El viejo general nunca pareció amedrentarse ante el enemigo, aunque tal vez la edad haya esmerilado su espíritu agresivo y temerario.
3. El acusado la reanimó dándole agua y algunas bofetadas en la cara y, lejos de amedrentarse o sentir lástima, volvió a violarla.
4. Ni dimisión, ni amedrentarse, esto solo es una excusa para vilipendiar a Pedro Castro que es uno de los Alcaldes contra los que saben no pueden luchar 307 xela - 04-12-2008 - 21:37:27h debe de valer mucho ese alcalde por armar tanto jaleo.peor fue RAJOY a micro cerrado decir lo que pensaba y ....no dimitio faltando a toda España 306 Ana Cuesta - 04-12-2008 - 21:35:46h Yo me he preguntado los mismo que Pedro Castro montones de veces 305 Jose T.
Τι είναι amedrentarse - ορισμός